- κιρσώδεις
- κιρσώδηςmasc/fem acc plκιρσώδηςmasc/fem nom/voc pl (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ραζουμόφσκι, Βασίλι Ιβάνοβιτς — (1857 – 1935). Σοβιετικός χειρουργός και διδάκτορας της ιατρικής. Το 1880 τελείωσε την ιατρική στο πανεπιστήμιο του Καζάν και από το 1887 διορίστηκε καθηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο. Υπήρξε από τους οργανωτές του πανεπιστήμιου του Σαράτοφ (1909)… … Dictionary of Greek